cagoule - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

cagoule - translation to Αγγλικά

LIGHTWEIGHT, WEATHERPROOF RAINCOAT OR ANORAK WITH A HOOD
Kagool; Kagoul; Pakamac; Cagoul; Cagoule (raincoat); Pack-a-mac
  • Peter Storm]] cagoule with zipped side-slit hand access to undergarments and extra-long sleeves with elasticated storm cuffs, modelled on a mannequin

cagoule         
n. cowl, hood; balaclava

Ορισμός

cagoule
[k?'gu:l]
(also kagoul)
¦ noun Brit. a lightweight, hooded, thigh-length waterproof jacket.
Origin
1950s: from Fr., lit. 'cowl'.

Βικιπαίδεια

Cagoule

A cagoule (French: [kaɡul], also spelled cagoul, kagoule or kagool), often reduced to cag, is the British English term for a lightweight weatherproof raincoat or anorak with a hood (usually without lining), which often comes in knee-length form. The Canadian English equivalent is windbreaker. The word cagoule is borrowed from the French for balaclava or hood.

In some versions, when rolled up, the hood or cross-chest front pocket doubles as a bag into which the shell can be packed.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για cagoule
1. Blouson noir, cagoule quasi intégrale, regard dur.
2. Leurs chefs m‘avaient passé une cagoule sur la tęte.
3. Une baďonnette, quatre rouleaux de bande adhésive, une cagoule et une lampe torche ont été saisis.
4. Pour opérer, les policiers scientifiques sont équipés de combinaisons spéciales, de cagoule et de gants.
5. Je suis obligé de barrer avec une cagoule et des gants.